Η κατάθλιψη φαίνεται να εξελίσσεται σε μια από τις κύριες ασθένειες του Δυτικού κόσμου. Μέχρι το 2020, οι καταθλιπτικές διαταραχές προβλέπεται να είναι η δεύτερη κύρια αιτία αναπηρίας στον κόσμο, δημιουργώντας μεγάλα βάρη στο άτομο που νοσεί, στην οικογένειά του αλλά και στην κοινωνία. Πολύ συχνά δε, εμφανίζεται παράλληλα με άλλες διαταραχές της υγείας όπως ο καρκίνος, οι καρδιοπάθειες ή η παχυσαρκία. Οι περισσότεροι ασθενείς με κατάθλιψη ανταποκρίνονται μόνο εν μέρει ή δεν ανταποκρίνονται καθόλου στις προτεινόμενες φαρμακευτικές θεραπείες, ενδεχομένως επειδή για την αντιμετώπισή της απαιτείται νέα προσέγγιση. Μια προσέγγιση που θα εστιάσει περισσότερο στην κακή διατροφή και στις κυριότερες συνέπειές της: τη φλεγμονή και τη δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού.
Υπάρχει μια σειρά από διατροφικές ανισορροπίες που η έρευνα έχει δείξει πως μπορούν να μας κάνουν επιρρεπείς στην κατάθλιψη. Οι κυριότερες είναι:
· Η έλλειψη σε βασικά λιπαρά οξέα και κυρίως στα γνωστά μας ωμέγα-3.
· Τα υψηλά επίπεδα ομοκυστεΐνης.
· Τα χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης.
· Η ανισορροπία του σακχάρου στο αίμα.
· Η έλλειψη χρωμίου.
Όμως όλα αυτά ανάγονται σε μια γενικότερη αιτία: την ανισορροπία στη διατροφή.
Σε μια σημαντική μελέτη που δημοσιεύθηκε στην American Journal of Psychiatry, οι ερευνητές υπό το Δρ. Jacka εξέτασαν τον τρόπο με τον οποίο τα μοντέλα διατροφής επιδρούν συνολικά στην ψυχική υγεία. Αυτή είναι μια από τις λίγες μελέτες που υπερβαίνει την επίδραση των μεμονωμένων θρεπτικών συστατικών στη διάθεση και τη γενική καλή κατάσταση του ανθρώπου. Πάνω από χίλιες γυναίκες ηλικίας από 20 έως 93 ετών παρακολουθήθηκαν για διάστημα δώδεκα μηνών. Στις συμμετέχουσες δόθηκε ένα συνολικό διαιτητικό ερωτηματολόγιο. Οι ψυχιατρικές διαταραχές αξιολογήθηκαν χρησιμοποιώντας τη Δομημένη Κλινική Συνέντευξη για το DSM-IV-TR (SCID), με έμφαση στην κατάθλιψη και το άγχος. Χρησιμοποιήθηκε επίσης το Γενικό Ερωτηματολόγιο Ψυχικής Υγείας (GHQ-12). Καταγράφηκαν επιπλέον μεταβλητές όπως η εκπαίδευση, η σωματική άσκηση, η χρήση αλκοόλ, το κάπνισμα και ο δείκτης μάζας σώματος. Οι ακολουθούμενες διατροφές χωρίστηκαν σε τρεις τύπους: τη «δυτική», η οποία περιελάμβανε κυρίως επεξεργασμένο κρέας, πίτσα, τσιπς, μπίρα και χάμπουργκερ, την «παραδοσιακή», η οποία περιελάμβανε λαχανικά, βόδινό κρέας, αρνί και ψάρια, και τη «σύγχρονη», η οποία έχει ενσωματώσει φρούτα, ξηρούς καρπούς, ψάρια, τόφου, φασόλια, κόκκινο κρασί και γιαούρτι. Μετά από προσαρμογή για την ηλικία, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, την εκπαίδευση και τη συμπεριφορά υγιεινής, ο Δρ. Jacka και οι συνεργάτες του διαπίστωσαν ότι η παραδοσιακή διατροφή συσχετιζόταν με χαμηλότερο κίνδυνο μείζονος κατάθλιψης, δυσθυμίας και αγχωδών διαταραχών. Η δυτική διατροφή συσχετίστηκε με υψηλότερο σκορ στο ερωτηματολόγιο GHQ-12, αντανακλώντας υψηλότερα επίπεδα ψυχικής νοσηρότητας. Υπήρξε επίσης μια αντίστροφη συσχέτιση μεταξύ της ποιότητας της σύγχρονης διατροφής και της βαθμολογίας στο GHQ-12.
Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι μια διατροφή πλούσια σε επεξεργασμένα τρόφιμα οδηγεί σε υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης
"Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι μια διατροφή πλούσια σε επεξεργασμένα τρόφιμα οδηγεί σε υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης"
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ έρευνα που περιγράφετε δεν δείχνει οτι η "δυτική" διατροφή οδηγεί σε υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης αλλά οτι υπάρχει συσχέτιση. Αυτό μπορεί να σημαίνει επίσης ότι η κατάθλιψη είναι ο λόγος για την διατροφή επεξεργασμένων τροφίμων ή ότι υπάρχει κάποιος άλλος παραγοντας (μή καταγεγραμένος) ο οποίος προκαλεί και τα δύο.
Σας παραπέμπω απευθείας στη μελέτη (Jacka F. N., et al: Association of Western and Traditional Diets With Depression and Anxiety in Women, American Journal of Psychiatry, 2010)
ΑπάντησηΔιαγραφήόπου στα συμπεράσματα αναφέρει ρητά τη φράση "the significant impact of diet quality on common chronic...". Είναι προφανές πως οι συγγραφείς αναφέρονται στην επίδραση της διατροφής στην ψυχική υγεία, και όχι απλά σε συσχέτιση (correlation):
Conclusions
To our knowledge, this study is the first to present data suggesting that the significant impact of diet quality on common chronic noncommunicable diseases extends to the high-prevalence mental illnesses. We have reported associations between diet quality and mental health cross-sectionally;
Σας ευχαριστώ για την παραπομπή. Νομίζω όμως ότι παρεξηγήσατε το αποτέλεσμα. Η παράγραφος που παραθέσατε συνεχίζει:
ΑπάντησηΔιαγραφή"however, this relationship requires further examination in well-designed prospective studies in order to determine the direction of the relationships and to rule out residual or unrecognized confounding. Confirmation of a causal relationship between diet and mental health would afford the possibility for an evidence-based preventive health care strategy incorporating dietary improvement. " (η έμφαση δική μου)
Επίσης συζητώντας τη μεθοδολογία, λένε:
"The main limitation of this study is the cross-sectional design, which prevents conclusions being reached regarding the direction of the relationship between diet and mental health. Appetite changes are a common feature of depressive illness, and a poor-quality diet may be a result of mental health symptoms, rather than a causative factor. Thus, without a prospective study design, it is not possible to preclude reverse causality as an explanation for our findings."
Είναι φανερό λοιπόν ότι η έρευνα αυτή εξέτασε τη συσχέτιση μεταξύ διατροφής και ψυχικής υγείας αλλά δεν μπορεί να αποφανθεί για το αν κάποιους από τους δύο παράγοντες οδηγεί στον άλλο.
Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η συζήτηση, θεωρώ όμως πως οι παραπομπές σας τονίζουν απλά τη βούληση των ερευνητών να είναι επιστημονικά σωστοί και να μην αποκλείοσουν την πιθανότητα της αμφίδρομης συσχέτισης. Άλλωστε, αν ένας τοξινωμένος παχύσαρκος γίνεται καταθλιπτικός μέσω της φλεγμονής των νευρικών του κυττάρων, προφανώς αντροφοδοτεί την παχυσαρκία του προσπαθώντας να ξεφύγει από την κατάθλιψη. Παρόλο που όλα στη ζωή λειτουργούν σε αλληλεπδραστικές σπείρες, κάπου γίνεται η αρχή και η εμπειρία έχει δείξει πως η άρση της φλεγμονής -που επιτυγχάνεται διατροφικά - οδηγεί και σε άρση και της κατάθλιψης.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝομίζω ότι κάνετε λάθος. Οι ερευνητές δεν λένε πουθενά ότι η σχέση είναι μονόδρομη, διατροφή -> κατάθλιψη. Δεν μπορούν άλλωστε να βγάλουν αυτό το συμπέρασμα. Αν δείτε τη μεθοδολογία, είναι φανερό ότι το μονο το οποίο εξετάζουν είναι η συσχέτιση μεταξυ διατροφής και κατάθλιψης. Ο συγκεκριμένος σχεδιασμός της έρευνας (cross sectional design) δεν μπορεί συνήθως να βρεί αιτιακές σχέσεις. Ο λόγος είναι ο εξής: Οι ερευνητές πήραν το δείγμα τους απο μία ήδη τρέχουσα έρευνα (the Geelong Osteoporosis Study). Οι γυναίκες που πήραν μέρος στην έρευνα διατροφής-κατάθλιψης κλήθηκαν να απαντήσουν σε ένα ερωτηματολόγιο που ζητούσε πληροφορίες για τις διατροφικές τους συνήθειες τους προηγούμενους 12 μήνες. Οι ερευνητές μετά διαγνώσανε τις γυναίκες οι οποίες είχανε κατάθλιψη κατά τη διάρκεια της έρευνας. Βλέπετε λοιπόν, ότι δεν μπορουν καν να βγάλουν συμπεράσματα για το άν η «κακή» διατροφή προηγήτω της κατάθλιψης (και φυσικά, αν αυτό δεν συνέβη, δεν μπορει να θεωρηθεί ότι η διατροφή προκάλεσε την κατάθλιψη). Επίσης, χρησιμοποιώντας ένα δείγμα πληθυσμού το οποίο δεν έχουν διαλέξει για τη συγκεκριμένη έρευνα (οι συγκεκριμένες γυναίκες ήταν μέρος μιας μακροχρόνιας έρευνας για την οστεοπόρωση) δεν μπορούν να έχουν μεγάλο έλεχγο στις διάφορες μεταβλητές οι οποίες μπορεί να ευθύνονται για την διατροφή και την ψυχική υγεία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈνα άλλο θέμα είναι η θεωρία που αναφέρετε για την αιτία της κατάθλιψης. Λέτε ότι ένας παχύσαρκος άνθρωπος είναι τοξινωμένος (δεν είμαι σίγουρη τί ακριβως εννοείτε), η τοξίνωση οδηγεί σε φλεγμονή των νευρικών κυττάρων, και αν κατάλαβα καλά αυτή η φλεγμονή οδηγεί στην κατάθλιψη; Αν ναι, θα ήθελα να επισημάνω ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποστηρίζουν αυτη τη θεωρία. Το μεγάλο ποσοστό των ερευνών, δείχνει ότι η κατάθλιψη είναι κατα ένα μεγάλο μέρος γενετικά προσδιορισμένη, υπάρχουν δηλαδή γονίδια με μεταλλάξεις που κάνουν ανθρώπους πιό επιρεπείς στην κατάθλιψη. Οι σωματικοί μηχανισμοί που εμπλέκονται είναι πιθανό να είναι κάποια δυσλειτουργεία στο συστημα της σεροτονίνης καθως επίσης και ο ρυθμός νευρογένεσης στον ιππόκαμπο (του εγκεφάλου). Καμμία απο αυτές τις θεωρίες δεν είναι απόλυτα τεκμηριωμένη, φαίνετε όμως οτι τα γονίδια παίζουν αρκετά μεγάλο ρόλο. Φυσικά, όντας κατά ένα μεγάλο ποσοστό μία σωματική ασθένεια (επηρεάζοντας κυρίως τον εγκέφαλο) δεν μπορεί να αποκλειστεί ο ρόλος της διατροφής. Η αλήθεια είναι όμως ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να οδηγούν σ’αυτό το συμπέρασμα.